Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περισσεύω
περισσολογία
περισσολόγος
περισσός
περισσότης
περισσόφρων
περισσῶς
περισταδόν
περιστάζω
περίστασις
περίστατος
περισταυρόω
περιστείχω
περιστέλλω
περιστενάζω
περιστεναχίζομαι
περιστένω
περιστερά
περιστερεών
περιστεφανόω
περιστεφής
View word page
περίστατος
περίστατος περίστᾰτος, ον, περιστῆναι surrounded and admired by the crowd, Isocr.
ShortDef
surrounded and admired by the crowd
Debugging
Headword:
περίστατος
Headword (normalized):
περίστατος
Headword (normalized/stripped):
περιστατος
IDX:
25877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25906
Key:
peri/statos
Data
{'content': 'περίστατος\n περίστᾰτος, ον,\n περιστῆναι\n surrounded and admired by the crowd, Isocr.', 'key': 'peri/statos'}