Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περισπερχής
περίσπλαγχνος
περισπογγίζω
περισπούδαστος
περισσεία
περίσσευμα
περισσεύω
περισσολογία
περισσολόγος
περισσός
περισσότης
περισσόφρων
περισσῶς
περισταδόν
περιστάζω
περίστασις
περίστατος
περισταυρόω
περιστείχω
περιστέλλω
περιστενάζω
View word page
περισσότης
περισσότης from περισσός περισσότης, later Attic περιττ-, ητος, ἡ, superfluity, excess, Isocr.
ShortDef
superfluity, excess
Debugging
Headword:
περισσότης
Headword (normalized):
περισσότης
Headword (normalized/stripped):
περισσοτης
IDX:
25871
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25900
Key:
perisso/ths
Data
{'content': 'περισσότης\n from περισσός\n περισσότης, later Attic περιττ-, ητος, ἡ,\n superfluity, excess, Isocr.', 'key': 'perisso/ths'}