Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περισκοπέω
περισκυλακισμός
περισμαραγέω
περισοβέω
περισοφίζομαι
περισπασμός
περισπάω
περισπειράω
περισπερχέω
περισπερχής
περίσπλαγχνος
περισπογγίζω
περισπούδαστος
περισσεία
περίσσευμα
περισσεύω
περισσολογία
περισσολόγος
περισσός
περισσότης
περισσόφρων
View word page
περίσπλαγχνος
περίσπλαγχνος περί-σπλαγχνος, ον, σπλάγχον great-hearted, Theocr.

ShortDef

great-hearted

Debugging

Headword:
περίσπλαγχνος
Headword (normalized):
περίσπλαγχνος
Headword (normalized/stripped):
περισπλαγχνος
IDX:
25862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25891
Key:
peri/splagxnos

Data

{'content': 'περίσπλαγχνος\n περί-σπλαγχνος, ον,\n σπλάγχον\n great-hearted, Theocr.', 'key': 'peri/splagxnos'}