Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιπόνηρος
περιπορεύομαι
περιπορφυρόσημος
περιποτάομαι
περιπόρφυρος
περιπρό
περιπροχέομαι
περιπταίω
περιπτίσσω
περίπτυγμα
περίπτυξις
περιπτύσσω
περιπτυχή
περιπτυχής
περίπτωμα
περιπτώσσω
περίπυστος
περιρραγής
περιρραίνω
περιρραντήριον
περιρρέω
View word page
περίπτυξις
περίπτυξις περίπτυξις, εως, an embracing, Plut. from περιπτύσσω

ShortDef

an embracing

Debugging

Headword:
περίπτυξις
Headword (normalized):
περίπτυξις
Headword (normalized/stripped):
περιπτυξις
IDX:
25823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25852
Key:
peri/ptucis

Data

{'content': 'περίπτυξις\n περίπτυξις, εως,\n an embracing, Plut.\n from περιπτύσσω', 'key': 'peri/ptucis'}