Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιπείρω
περιπέλομαι
περί
περιαγγέλλω
περιαγείρομαι
περίπεμπτος
περιπέμπω
περιπέσσω
περιπετάννυμι
περιπεταστός
περιπέτεια
περιπετής
περιπέτομαι
περιπευκής
περιπήγνυμι
περιπηδάω
περίπηξις
περιπίμπλαμαι
περιπίμπρημι
περιπίπτω
περιπλανάομαι
View word page
περιπέτεια
περιπέτεια περιπέτεια, ἡ, a turning right about, i. e. a sudden change of fortune, such as that on which the plot in a Tragedy hinges, Arist. from περιπετής

ShortDef

a turning right about

Debugging

Headword:
περιπέτεια
Headword (normalized):
περιπέτεια
Headword (normalized/stripped):
περιπετεια
IDX:
25776
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25805
Key:
peripe/teia

Data

{'content': 'περιπέτεια\n περιπέτεια, ἡ,\n a turning right about, i. e. a sudden change of fortune, such as that on which the plot in a Tragedy hinges, Arist.\n from περιπετής', 'key': 'peripe/teia'}