Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περίπατος
περιπείρω
περιπέλομαι
περί
περιαγγέλλω
περιαγείρομαι
περίπεμπτος
περιπέμπω
περιπέσσω
περιπετάννυμι
περιπεταστός
περιπέτεια
περιπετής
περιπέτομαι
περιπευκής
περιπήγνυμι
περιπηδάω
περίπηξις
περιπίμπλαμαι
περιπίμπρημι
περιπίπτω
View word page
περιπεταστός
περιπεταστός from περιπετάννῡμι περιπεταστός, ή, όν spread round or over, Ar.
ShortDef
spread round
Debugging
Headword:
περιπεταστός
Headword (normalized):
περιπεταστός
Headword (normalized/stripped):
περιπεταστος
IDX:
25775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25804
Key:
peripetasto/s
Data
{'content': 'περιπεταστός\n from περιπετάννῡμι\n περιπεταστός, ή, όν\n spread round or over, Ar.', 'key': 'peripetasto/s'}