Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιναιετάω
περιναιέτης
περινέω
περίνεως
περινίζω
περινίσομαι
περινοέω
περίνοια
περινοστέω
περιξεστός
περιξέω
περιξυράω
πέριξ
περιοδεία
περιοδεύω
περιοδίζω
περίοδος
περίοιδα
περιοικέω
περιοικίς
περιοικοδομέω
View word page
περιξέω
περιξέω fut. έσω to polish all round, Theocr.

ShortDef

to polish all round

Debugging

Headword:
περιξέω
Headword (normalized):
περιξέω
Headword (normalized/stripped):
περιξεω
IDX:
25733
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25762
Key:
perice/w

Data

{'content': 'περιξέω\n fut. έσω\n to polish all round, Theocr.', 'key': 'perice/w'}