Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιμήκης
περιμηχανάομαι
περιμυκάομαι
περιναιετάω
περιναιέτης
περινέω
περίνεως
περινίζω
περινίσομαι
περινοέω
περίνοια
περινοστέω
περιξεστός
περιξέω
περιξυράω
πέριξ
περιοδεία
περιοδεύω
περιοδίζω
περίοδος
περίοιδα
View word page
περίνοια
περίνοια from περινοέω περίνοια, ἡ, quick intelligence: over-wiseness, Thuc.

ShortDef

quick intelligence: over-wiseness

Debugging

Headword:
περίνοια
Headword (normalized):
περίνοια
Headword (normalized/stripped):
περινοια
IDX:
25730
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25759
Key:
peri/noia

Data

{'content': 'περίνοια\n from περινοέω\n περίνοια, ἡ,\n quick intelligence: over-wiseness, Thuc.', 'key': 'peri/noia'}