Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περίμετρος
περιμήκετος
περιμήκης
περιμηχανάομαι
περιμυκάομαι
περιναιετάω
περιναιέτης
περινέω
περίνεως
περινίζω
περινίσομαι
περινοέω
περίνοια
περινοστέω
περιξεστός
περιξέω
περιξυράω
πέριξ
περιοδεία
περιοδεύω
περιοδίζω
View word page
περινίσομαι
περινίσομαι Dep. to come round, of time, Eur.

ShortDef

go round about

Debugging

Headword:
περινίσομαι
Headword (normalized):
περινίσομαι
Headword (normalized/stripped):
περινισομαι
IDX:
25728
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25757
Key:
perini/ssomai

Data

{'content': 'περινίσομαι\n Dep. to come round, of time, Eur.', 'key': 'perini/ssomai'}