περινίζω
περινίζω
fut. -νίψω
to wash off all round:—Pass., περὶ δʼ αἷμα νένιπται Il.
{
"content": "περινίζω\n fut. -νίψω\n to wash off all round:—Pass., περὶ δʼ αἷμα νένιπται Il.",
"key": "perini/zw"
}