Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περιλαμβάνω
περιλαμπής
περιλάμπω
περιλείπομαι
περιλείχω
περίλεξις
περιλέπω
περιλεσχήνευτος
περιληπτός
περιλιμνάζω
περιλιπής
περιλιχμάομαι
περίλοιπος
περιλούω
περίλυπος
περιμαιμάω
περιμαίνομαι
περιμάσσω
περιμάχητος
περιμένω
περίμεστος
View word page
περιλιπής
περιλιπής περι-λῐπής, ές περιλείπομαι surviving, Plat.
ShortDef
surviving
Debugging
Headword:
περιλιπής
Headword (normalized):
περιλιπής
Headword (normalized/stripped):
περιλιπης
IDX:
25705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25734
Key:
periliph/s
Data
{'content': 'περιλιπής\n περι-λῐπής, ές\n περιλείπομαι\n surviving, Plat.', 'key': 'periliph/s'}