Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περικαταρρέω
περικαταρρήγνυμι
περίκειμαι
περικείρω
περικεφαλαία
περικήδομαι
περίκηλος
περικίων
περίκλασις
περικλάω
περικλειτός
περικλείω
περικλινής
περικλίνω
περικλύζω
περίκλυστος
περικλυτός
περικνημίς
περικνίζω
περικοκκάζω
περικομίζω
View word page
περικλειτός
περικλειτός περι-κλειτός, ή, όν famed all round, farfamed, Theocr.
ShortDef
famed all round, farfamed
Debugging
Headword:
περικλειτός
Headword (normalized):
περικλειτός
Headword (normalized/stripped):
περικλειτος
IDX:
25667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25696
Key:
perikleito/s
Data
{'content': 'περικλειτός\n περι-κλειτός, ή, όν\n famed all round, farfamed, Theocr.', 'key': 'perikleito/s'}