Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περικαλύπτω
περικάμπτω
περικαταρρέω
περικαταρρήγνυμι
περίκειμαι
περικείρω
περικεφαλαία
περικήδομαι
περίκηλος
περικίων
περίκλασις
περικλάω
περικλειτός
περικλείω
περικλινής
περικλίνω
περικλύζω
περίκλυστος
περικλυτός
περικνημίς
περικνίζω
View word page
περίκλασις
περίκλασις περίκλᾰσις, εως, ruggedness of ground, Polyb.

ShortDef

ruggedness

Debugging

Headword:
περίκλασις
Headword (normalized):
περίκλασις
Headword (normalized/stripped):
περικλασις
IDX:
25665
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25694
Key:
peri/klasis

Data

{'content': 'περίκλασις\n περίκλᾰσις, εως,\n ruggedness of ground, Polyb.', 'key': 'peri/klasis'}