Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περιζώννυμι
περιζώστρα
περιηγέομαι
περιήγησις
περιηγής
περιηγητής
περιήκω
περιήλυσις
περιημεκτέω
περιηχέω
περιήχησις
περιθαμβής
περίθεσις
περίθετος
περιθέω
περιθεωρέω
περιθρηνέομαι
περιθριγκόω
περίθυμος
περιιάπτω
περιιάχω
View word page
περιήχησις
περιήχησις περιήχησις, εως, a resounding, echoing, Plut.
ShortDef
a resounding, echoing
Debugging
Headword:
περιήχησις
Headword (normalized):
περιήχησις
Headword (normalized/stripped):
περιηχησις
IDX:
25630
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25659
Key:
perih/xhsis
Data
{'content': 'περιήχησις\n περιήχησις, εως,\n a resounding, echoing, Plut.', 'key': 'perih/xhsis'}