Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

περιδέω
περιδίδομαι
περιδινέω
περιδίνησις
περιδίω
περιδιώκω
περιδράσσομαι
περιδινής
περιδρομή
περίδρομος
περίδρομος2
περιδρύπτω
περιδύω
περιείλω
περίειμι
περίειμι
περιείρω
περιεκτικός
περιέλασις
περιελαύνω
περιελίσσω
View word page
περίδρομος2
περίδρομος2 περίδρομος, ὁ, περιδρᾰμεῖν as Subst. that which surrounds, as the rim of a shield, Eur.; the string that runs round the top of a net (cf. ἐπίδρομος) , Xen.; a gallery running round a building, Xen.

ShortDef

running round
edge, circuit, orbit

Debugging

Headword:
περίδρομος2
Headword (normalized):
περίδρομος
Headword (normalized/stripped):
περιδρομος2
IDX:
25593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25622
Key:
peri/dromos2

Data

{'content': 'περίδρομος2\n περίδρομος, ὁ,\n περιδρᾰμεῖν\n as Subst. that which surrounds, as the rim of a shield, Eur.; the string that runs round the top of a net (cf. ἐπίδρομος) , Xen.; a gallery running round a building, Xen.', 'key': 'peri/dromos2'}