Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περιάγω
περιαγωγεύς
περιαγωγή
περιᾴδω
περιαιρετός
περιαιρέω
περιακτέος
περιαλγέω
περιαλγής
περιαλείφω
περίαλλος
περιαλουργός
περίαμμα
περιαμπέχω
περιαμύνω
περίαπτος
περιάπτω
περιαρμόζω
περιαρτάω
περιαστράπτω
περιασχολέω
View word page
περίαλλος
περίαλλος περίαλλος, ον, before all others; in adv. περίαλλα, before all, Hhymn., Pind.: exceedingly, Soph.
ShortDef
before all others
[lexical cite]
Debugging
Headword:
περίαλλος
Headword (normalized):
περίαλλος
Headword (normalized/stripped):
περιαλλος
IDX:
25541
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25570
Key:
peri/allos1
Data
{'content': 'περίαλλος\n περίαλλος, ον,\n before all others; in adv. περίαλλα, before all, Hhymn., Pind.: exceedingly, Soph.', 'key': 'peri/allos1'}