Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
περαίτερος
περαίωσις
πέραν
περαντικός
πέρα
πέρα
περάσιμος
πέρασις
πέρας
πέρατος
περατός
περάω
Πέργαμος
Περγασή
Περγασῆσι
περδικοτρόφος
πέρδιξ
πέρδομαι
πέρθω
περιαγής
περιαγνίζω
View word page
περατός
περατός περᾱτός, Ionic -ητός, ή, όν = περάσιμος, Pind., Hdt.
ShortDef
passable
Debugging
Headword:
περατός
Headword (normalized):
περατός
Headword (normalized/stripped):
περατος
IDX:
25519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25547
Key:
perato/s
Data
{'content': 'περατός\n περᾱτός, Ionic -ητός, ή, όν\n = περάσιμος, Pind., Hdt.', 'key': 'perato/s'}