Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πεπαρεῖν
πέπειρος
πέπερι
πεπλασμένως
πέπλος
πέπλωμα
πέπνυμαι
πεποίθησις
πέπων
πέραθεν
περαίη
περαίνω
περαῖος
περαιόω
περαίτερος
περαίωσις
πέραν
περαντικός
πέρα
πέρα
περάσιμος
View word page
περαίη
περαίη περαίη, ἡ, v. περαῖος.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
περαίη
Headword (normalized):
περαίη
Headword (normalized/stripped):
περαιη
IDX:
25505
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25533
Key:
perai/h
Data
{'content': 'περαίη\n περαίη, ἡ,\n v. περαῖος.', 'key': 'perai/h'}