Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνατυρβάζω
ἀναύγητος
ἀναύδητος
ἄναυδος
ἄναυλος
Ἄναυρος
ἄναυς
ἀναύω
ἀναφαίνω
ἀναφαλαντίας
ἀναφανδά
ἀναφέρω
ἀναφεύγω
ἀναφής
ἀναφθέγγομαι
ἀναφθείρομαι
ἀναφλεγμαίνω
ἀναφλέγω
ἀνάφλεξις
ἀναφλύω
ἀναφοβέω
View word page
ἀναφανδά
ἀναφανδά ἀναφαίνομαι visibly, openly, Od.
ShortDef
visibly, openly
Debugging
Headword:
ἀναφανδά
Headword (normalized):
ἀναφανδά
Headword (normalized/stripped):
αναφανδα
IDX:
2547
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2548
Key:
a)nafanda/
Data
{'content': 'ἀναφανδά\n ἀναφαίνομαι\n visibly, openly, Od.', 'key': 'a)nafanda/'}