Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πεντακοσιομέδιμνος
πεντακοσιοστός
πεντακυμία
πενταμερής
πενταπάλαιστος
πεντάπηχυς
πενταπλάσιος
πεντάρραγος
πενταρχία
πεντασπίθαμος
πεντάς
πενταστάδιος
πεντάστιχος
πεντάστομος
πεντάτευχος
πενταφυής
πένταχα
πενταχοῦ
πεντεκαιδεκαναΐα
πεντεκαίδεκα
πεντεκαιδεκατάλαντος
View word page
πεντάς
πεντάς πεντάς, άδος, later form of πεμπάς.

ShortDef

group of five

Debugging

Headword:
πεντάς
Headword (normalized):
πεντάς
Headword (normalized/stripped):
πεντας
IDX:
25449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25477
Key:
penta/s

Data

{'content': 'πεντάς\n πεντάς, άδος,\n later form of πεμπάς.', 'key': 'penta/s'}