Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πεντακοσιάρχης
πεντακόσιοι
πεντακοσιομέδιμνος
πεντακοσιοστός
πεντακυμία
πενταμερής
πενταπάλαιστος
πεντάπηχυς
πενταπλάσιος
πεντάρραγος
πενταρχία
πεντασπίθαμος
πεντάς
πενταστάδιος
πεντάστιχος
πεντάστομος
πεντάτευχος
πενταφυής
πένταχα
πενταχοῦ
πεντεκαιδεκαναΐα
View word page
πενταρχία
πενταρχία πεντ-αρχία, ἡ, a magistracy of five, Arist.
ShortDef
a magistracy of five
Debugging
Headword:
πενταρχία
Headword (normalized):
πενταρχία
Headword (normalized/stripped):
πενταρχια
IDX:
25447
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25475
Key:
pentarxi/a
Data
{'content': 'πενταρχία\n πεντ-αρχία, ἡ,\n a magistracy of five, Arist.', 'key': 'pentarxi/a'}