Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πένταθλος
πένταιχμος
πεντακισμύριοι
πεντάκις
πεντακισχίλιοι
πεντακοσιάρχης
πεντακόσιοι
πεντακοσιομέδιμνος
πεντακοσιοστός
πεντακυμία
πενταμερής
πενταπάλαιστος
πεντάπηχυς
πενταπλάσιος
πεντάρραγος
πενταρχία
πεντασπίθαμος
πεντάς
πενταστάδιος
πεντάστιχος
πεντάστομος
View word page
πενταμερής
πενταμερής πεντᾰ-μερής, ές μέρος in five parts, Strab.
ShortDef
in five parts
Debugging
Headword:
πενταμερής
Headword (normalized):
πενταμερής
Headword (normalized/stripped):
πενταμερης
IDX:
25442
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25470
Key:
pentamerh/s
Data
{'content': 'πενταμερής\n πεντᾰ-μερής, ές\n μέρος\n in five parts, Strab.', 'key': 'pentamerh/s'}