Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πενταετία
πεντάζωνος
πένταθλον
πένταθλος
πένταιχμος
πεντακισμύριοι
πεντάκις
πεντακισχίλιοι
πεντακοσιάρχης
πεντακόσιοι
πεντακοσιομέδιμνος
πεντακοσιοστός
πεντακυμία
πενταμερής
πενταπάλαιστος
πεντάπηχυς
πενταπλάσιος
πεντάρραγος
πενταρχία
πεντασπίθαμος
πεντάς
View word page
πεντακοσιομέδιμνος
πεντακοσιομέδιμνος πεντᾰκοσιο-μέδιμνος, ὁ, possessing land which produced 500 medimni yearly, Thuc., Arist.:—acc. to Solon.ʼs distribution of the Athen. citizens, the πεντακοσιομέδιμνοι formed the first class.

ShortDef

possessing land which produced 500 medimni annually, the richest class

Debugging

Headword:
πεντακοσιομέδιμνος
Headword (normalized):
πεντακοσιομέδιμνος
Headword (normalized/stripped):
πεντακοσιομεδιμνος
IDX:
25439
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25467
Key:
pentakosiome/dimnos

Data

{'content': 'πεντακοσιομέδιμνος\n πεντᾰκοσιο-μέδιμνος, ὁ,\n possessing land which produced 500 medimni yearly, Thuc., Arist.:—acc. to Solon.ʼs distribution of the Athen. citizens, the πεντακοσιομέδιμνοι formed the first class.', 'key': 'pentakosiome/dimnos'}