Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πενθητήρ
πενθικός
πένθιμος
πένθος
πενία
πενιχραλέος
πενιχρός
πένομαι
πενταδραχμία
πεντάδραχμος
πενταετηρίς
πενταέτηρος
πενταετής
πενταετία
πεντάζωνος
πένταθλον
πένταθλος
πένταιχμος
πεντακισμύριοι
πεντάκις
πεντακισχίλιοι
View word page
πενταετηρίς
πενταετηρίς πενταετηρίς, ίδος, ἡ, ἔτος = πεντετηρίς, Arist. as adj. coming every fifth year, Pind.

ShortDef

coming every fifth year

Debugging

Headword:
πενταετηρίς
Headword (normalized):
πενταετηρίς
Headword (normalized/stripped):
πενταετηρις
IDX:
25426
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25454
Key:
pentaethri/s

Data

{'content': 'πενταετηρίς\n πενταετηρίς, ίδος, ἡ,\n ἔτος\n = πεντετηρίς, Arist.\n as adj. coming every fifth year, Pind.', 'key': 'pentaethri/s'}