Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πένθημα
πενθήμερος
πενθημιμερής
πενθημιπόδιος
πενθήρης
πενθητήριος
πενθητήρ
πενθικός
πένθιμος
πένθος
πενία
πενιχραλέος
πενιχρός
πένομαι
πενταδραχμία
πεντάδραχμος
πενταετηρίς
πενταέτηρος
πενταετής
πενταετία
πεντάζωνος
View word page
πενία
πενία πενία, ἡ, πένομαι poverty, need, Od., etc.
ShortDef
poverty, need
Debugging
Headword:
πενία
Headword (normalized):
πενία
Headword (normalized/stripped):
πενια
IDX:
25420
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25448
Key:
peni/a
Data
{'content': 'πενία\n πενία, ἡ,\n πένομαι\n poverty, need, Od., etc.', 'key': 'peni/a'}