Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πέμπτος
πεμπτός
πεμπώβολον
πέμπω
πέμψις
πενεστεία
πενέστης
πένης
πενητοκόμος
πενθαλέος
πένθεια
πενθερά
πενθερός
πενθέω
πένθημα
πενθήμερος
πενθημιμερής
πενθημιπόδιος
πενθήρης
πενθητήριος
πενθητήρ
View word page
πένθεια
πένθεια πένθεια, ἡ, poetic form of πένθος, Aesch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πένθεια
Headword (normalized):
πένθεια
Headword (normalized/stripped):
πενθεια
IDX:
25406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25434
Key:
pe/nqeia
Data
{'content': 'πένθεια\n πένθεια, ἡ,\n poetic form of πένθος, Aesch.', 'key': 'pe/nqeia'}