Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πελεκυφόρος
πελεμίζω
πελιδνός
πελιός
πέλλα
Πελοποννασιστί
Πελοποννησιακός
Πελοποννήσιος
Πελοπόννησος
πελλός
Πέλοψ
πελτάζω
πελταστής
πελταστικός
πέλτη
πελτοφόρος
πέλυξ
πέλω
πελώριος
πέλωρον
πέλωρος
View word page
Πέλοψ
Πέλοψ Πέλ-οψ, οπος, πελός, ὄψ Pelops, i. e. dark-face, son of Tantalus, who migrated from Lydia, and gave his name to Peloponnesus, Il.
ShortDef
Pelops
Debugging
Headword:
Πέλοψ
Headword (normalized):
πέλοψ
Headword (normalized/stripped):
πελοψ
IDX:
25377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25405
Key:
*pe/loy
Data
{'content': 'Πέλοψ\n Πέλ-οψ, οπος,\n πελός, ὄψ\n Pelops, i. e. dark-face, son of Tantalus, who migrated from Lydia, and gave his name to Peloponnesus, Il.', 'key': '*pe/loy'}