Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πεῖσα
πεισίβροτος
πεισιχάλινος
πεῖσμα
πεισμονή
πεῖσος
πειστέος
πειστήριος
πειστήρ
πειστικός
πεκτέω
πέκω
πελαγίζω
πελάγιος
πελαγῖτις
πέλαγος
πελάζω
πελάθω
πελανός
πελαργιδεύς
Πελαργικός
View word page
πεκτέω
πεκτέω from πέκω to shear, clip, Ar.

ShortDef

to shear, clip

Debugging

Headword:
πεκτέω
Headword (normalized):
πεκτέω
Headword (normalized/stripped):
πεκτεω
IDX:
25337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25365
Key:
pekte/w

Data

{'content': 'πεκτέω\n from πέκω\n to shear, clip, Ar.', 'key': 'pekte/w'}