Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πεζός
πειθάνωρ
πειθαρχέω
πειθαρχία
πειθαρχικός
πείθαρχος
πειθός
πειθώ
πείθω
πειναλέος
πεῖνα
πεινάω
πειράζω
Πειραιεύς
πειραϊκός
πειραίνω
πεῖρα
πεῖραρ
πειρασμός
πειραστικός
πειρατέος
View word page
πεῖνα
πεῖνα hunger, famine, Od., Plat. metaph. hunger or longing for a thing, Plat.
ShortDef
hunger, famine
Debugging
Headword:
πεῖνα
Headword (normalized):
πεῖνα
Headword (normalized/stripped):
πεινα
IDX:
25308
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25336
Key:
pei=na
Data
{'content': 'πεῖνα\n hunger, famine, Od., Plat.\n metaph. hunger or longing for a thing, Plat.', 'key': 'pei=na'}