Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πέδη
πεδήτης
πεδητής
πεδιακός
πεδιάσιος
πεδιάς
πεδιεύς
πεδιήρης
πέδιλον
πεδινός
πεδίονδε
πεδιονόμος
πεδίον
πεδοβάμων
πεδόθεν
πέδοι
πεδοκοίτης
πέδονδε
πέδον
πεδοστιβής
πεδώρυχος
View word page
πεδίονδε
πεδίονδε to the plain, Hom., Ar.
ShortDef
to the plain
Debugging
Headword:
πεδίονδε
Headword (normalized):
πεδίονδε
Headword (normalized/stripped):
πεδιονδε
IDX:
25272
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25300
Key:
pedi/onde
Data
{'content': 'πεδίονδε\n to the plain, Hom., Ar.', 'key': 'pedi/onde'}