Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παροχή
παροχλίζω
πάροχος
παροψάομαι
παροψίς
παροψώνημα
παρρησιάζομαι
παρρησία
παρρησιαστής
παρρησιαστικός
παρσένος
παρυφαίνω
παρυφή
πάρφυκτος
παρῳδία
παρῳδός
παρωθέω
παρωκεάνιος
παρώμαλος
παρωνύμιος
παρώνυμος
View word page
παρσένος
παρσένος Lacon. for παρθένος
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παρσένος
Headword (normalized):
παρσένος
Headword (normalized/stripped):
παρσενος
IDX:
25153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25181
Key:
parse/nos
Data
{'content': 'παρσένος\n Lacon. for παρθένος', 'key': 'parse/nos'}