Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παροικίζω
παροικίς
παροικοδομέω
πάροικος
παροιμιάζω
παροιμιακός
παροιμία
παροινέω
παροινία
παροινικός
παροίνιος
πάροινος
παροίτερος
παροίχομαι
παροκωχή
παρολιγωρέω
παρομαρτέω
παρομοιάζω
παρόμοιος
παρονομάζω
παροξυντικός
View word page
παροίνιος
παροίνιος παροίνιος, ον, οἶνος = παροινικός, Ar. befitting a drinking party, Luc.; παροίνια drinking songs, Plut.
ShortDef
befitting a drinking party
Debugging
Headword:
παροίνιος
Headword (normalized):
παροίνιος
Headword (normalized/stripped):
παροινιος
IDX:
25107
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25135
Key:
paroi/nios
Data
{'content': 'παροίνιος\n παροίνιος, ον,\n οἶνος\n = παροινικός, Ar.\n befitting a drinking party, Luc.; παροίνια drinking songs, Plut.', 'key': 'paroi/nios'}