Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παρίημι
παρίκω
παριππεύω
παρισόω
Παρθιστί
Πάρθοι
Παρθυαία
πάρισος
παριστάνω
παρίστημι
παριστίδιος
παρίσχω
παρίσωσις
παριτητέα
παρμόνιμος
Παρνάσιος
Παρνασός
Πάρνης
πάρνοψ
παροδεύω
παροδίτης
View word page
παριστίδιος
παριστίδιος παρ-ιστίδιος, α, ον ἱστός at the loom, Anth.
ShortDef
at the loom
Debugging
Headword:
παριστίδιος
Headword (normalized):
παριστίδιος
Headword (normalized/stripped):
παριστιδιος
IDX:
25079
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25107
Key:
paristi/dios
Data
{'content': 'παριστίδιος\n παρ-ιστίδιος, α, ον\n ἱστός\n at the loom, Anth.', 'key': 'paristi/dios'}