Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παρθενική
παρθενικός
παρθένιος
Παρθενοπαῖος
παρθενοπίπης
παρθένος
παρθενόσφαγος
παρθενών
παρθενωπός
παρθεσίη
Παρθικός
παριαύω
παριδρύω
παρίζω
παρίημι
παρίκω
παριππεύω
παρισόω
Παρθιστί
Πάρθοι
Παρθυαία
View word page
Παρθικός
Παρθικός Παρθικός, ή, όν Parthian, Strab.; Παρθικά, τά, a history of Parthia, Strab.; so Παρθίς, ίδος, ἡ, Luc.

ShortDef

Parthian

Debugging

Headword:
Παρθικός
Headword (normalized):
παρθικός
Headword (normalized/stripped):
παρθικος
IDX:
25065
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25093
Key:
*parqiko/s

Data

{'content': 'Παρθικός\n Παρθικός, ή, όν\n Parthian, Strab.; Παρθικά, τά, a history of Parthia, Strab.; so Παρθίς, ίδος, ἡ, Luc.', 'key': '*parqiko/s'}