Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παρήγορος
παρήϊον
παρηΐς
παρήκω
παρῆλιξ
πάρημαι
παρήμερος
πάρηξις
παρηονῖτις
παρηορία
παρηόριος
παρήορος
παρθενεία
παρθένεια
παρθένειος
παρθένευμα
παρθένευσις
παρθενεύω
παρθενεών
παρθένια
παρθενία
View word page
παρηόριος
παρηόριος παρ-ηόριος, α, ον = παρήορος III., Anth.
ShortDef
from side to side
Debugging
Headword:
παρηόριος
Headword (normalized):
παρηόριος
Headword (normalized/stripped):
παρηοριος
IDX:
25043
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n25071
Key:
parho/rios
Data
{'content': 'παρηόριος\n παρ-ηόριος, α, ον\n = παρήορος III., Anth.', 'key': 'parho/rios'}