Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πάρειμι
πάρειμι
παρεῖπον
παρείρω
παρεισάγω
παρείσακτος
παρεισέρχομαι
παρεισπίπτω
παρεισρέω
παρεισφέρω
παρέκβασις
παρεκκλίνω
παρεκλέγω
παρεκπροφεύγω
παρεκτείνω
παρεκτελέω
παρεκτέος
παρεκτός
παρεκτρέπω
παρεκτρέχω
παρεκχέω
View word page
παρέκβασις
παρέκβασις παρέκβᾰσις, εως, a deviation from, c. gen., Arist.; of constitutional forms, τυραννίς is a παρέκβασις from monarchy, oligarchy from aristocracy, Arist.

ShortDef

a deviation from

Debugging

Headword:
παρέκβασις
Headword (normalized):
παρέκβασις
Headword (normalized/stripped):
παρεκβασις
IDX:
24966
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24994
Key:
pare/kbasis

Data

{'content': 'παρέκβασις\n παρέκβᾰσις, εως,\n a deviation from, c. gen., Arist.; of constitutional forms, τυραννίς is a παρέκβασις from monarchy, oligarchy from aristocracy, Arist.', 'key': 'pare/kbasis'}