Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παραψύχω
παρδακός
παρδαλέη
παρδάλειος
παρδαλιοκτόνος
πάρδαλις
παρδαλωτός
παρέγγραπτος
παρεγγράφω
παρεγγυάω
παρεγγύη
παρεγγύησις
παρεγείρω
παρεγκλίνω
παρεδρεύω
πάρεδρος
παρέζομαι
παρειά
παρείας
παρεῖδον
παρεικάζω
View word page
παρεγγύη
παρεγγύη παρ-εγγύη, ἡ, a word of command passed on, Xen.

ShortDef

a word of command passed on

Debugging

Headword:
παρεγγύη
Headword (normalized):
παρεγγύη
Headword (normalized/stripped):
παρεγγυη
IDX:
24944
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24972
Key:
pareggu/h

Data

{'content': 'παρεγγύη\n παρ-εγγύη, ἡ,\n a word of command passed on, Xen.', 'key': 'pareggu/h'}