Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παραψελλίζω
παραψυχή
παραψύχω
παρδακός
παρδαλέη
παρδάλειος
παρδαλιοκτόνος
πάρδαλις
παρδαλωτός
παρέγγραπτος
παρεγγράφω
παρεγγυάω
παρεγγύη
παρεγγύησις
παρεγείρω
παρεγκλίνω
παρεδρεύω
πάρεδρος
παρέζομαι
παρειά
παρείας
View word page
παρεγγράφω
παρεγγράφω fut. ψω to interpolate, Aeschin.; παρεγγραφεὶς πολίτης παρέγγραπτος, Aeschin.

ShortDef

to interpolate

Debugging

Headword:
παρεγγράφω
Headword (normalized):
παρεγγράφω
Headword (normalized/stripped):
παρεγγραφω
IDX:
24942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24970
Key:
pareggra/fw

Data

{'content': 'παρεγγράφω\n fut. ψω\n to interpolate, Aeschin.; παρεγγραφεὶς πολίτης παρέγγραπτος, Aeschin.', 'key': 'pareggra/fw'}