Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραχώννυμι
παραχωρέω
παραχώρησις
παραχωρητέος
παραψάλλω
παραψελλίζω
παραψυχή
παραψύχω
παρδακός
παρδαλέη
παρδάλειος
παρδαλιοκτόνος
πάρδαλις
παρδαλωτός
παρέγγραπτος
παρεγγράφω
παρεγγυάω
παρεγγύη
παρεγγύησις
παρεγείρω
παρεγκλίνω
View word page
παρδάλειος
παρδάλειος , παρδάλε(ι)ος, α, ον πάρδᾰλις of a leopard.
ShortDef
of or like a leopard
Debugging
Headword:
παρδάλειος
Headword (normalized):
παρδάλειος
Headword (normalized/stripped):
παρδαλειος
IDX:
24937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24965
Key:
parda/leos
Data
{'content': 'παρδάλειος\n , παρδάλε(ι)ος, α, ον\n πάρδᾰλις\n of a leopard.', 'key': 'parda/leos'}