Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παραφρονία
παραφρόνιμος
παραφροσύνη
παραφρουρέω
παράφρων
παραφυάς
παραφυής
παραφυλακή
παραφυλάσσω
παραφύω
παραχαλάω
παραχαράσσω
παραχειμάζω
παραχειμασία
παραχελῳίτης
παραχέω
παραχράομαι
παραχρῆμα
παραχρηστηριάζω
παράχροος
παραχρώννυμι
View word page
παραχαλάω
παραχαλάω fut. άσω to slacken at the side: of a ship, to let in water, leak, Ar.

ShortDef

to slacken at the side

Debugging

Headword:
παραχαλάω
Headword (normalized):
παραχαλάω
Headword (normalized/stripped):
παραχαλαω
IDX:
24915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24943
Key:
paraxala/w

Data

{'content': 'παραχαλάω\n fut. άσω\n to slacken at the side: of a ship, to let in water, leak, Ar.', 'key': 'paraxala/w'}