Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παράφραγμα
παραφράσσω
παραφρονέω
παραφρονία
παραφρόνιμος
παραφροσύνη
παραφρουρέω
παράφρων
παραφυάς
παραφυής
παραφυλακή
παραφυλάσσω
παραφύω
παραχαλάω
παραχαράσσω
παραχειμάζω
παραχειμασία
παραχελῳίτης
παραχέω
παραχράομαι
παραχρῆμα
View word page
παραφυλακή
παραφυλακή παραφῠλᾰκή, ἡ, a guard, watch, garrison, Polyb. from παραφῠλάσσω

ShortDef

a guard, watch, garrison

Debugging

Headword:
παραφυλακή
Headword (normalized):
παραφυλακή
Headword (normalized/stripped):
παραφυλακη
IDX:
24912
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24940
Key:
parafulakh/

Data

{'content': 'παραφυλακή\n παραφῠλᾰκή, ἡ,\n a guard, watch, garrison, Polyb.\n from παραφῠλάσσω', 'key': 'parafulakh/'}