Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παραρρέω
παραρρήγνυμι
παραρρητός
παραρρίπτω
παράρρυμα
παραρτάω
παραρτέομαι
παραρτύω
παρασάγγης
παρασάττω
παράσειον
παράσειρος
παρασείω
παρασημαίνομαι
παράσημον
παράσημος
παρασιγάω
παρασιτέω
παρασιτικός
παράσιτος
παρασιωπάω
View word page
παράσειον
παράσειον παρά-σειον, ου, τό, a topsail, Luc. deriv. uncertain

ShortDef

a topsail

Debugging

Headword:
παράσειον
Headword (normalized):
παράσειον
Headword (normalized/stripped):
παρασειον
IDX:
24810
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24838
Key:
para/seion

Data

{'content': 'παράσειον\n παρά-σειον, ου, τό,\n a topsail, Luc.\n deriv. uncertain', 'key': 'para/seion'}