Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραπλήξ
παραπλησιάζω
παραπλήσιος
παραπλήσσω
παράπλοος
παραπνέω
παραποδίζω
παραπόδιος
παραποιέω
παραπολαύω
παραπόλλυμι
παραπομπή
παραπομπός
παραπόντιος
παραπορεύομαι
παραποτάμιος
παραπράσσω
παραπρεσβεία
παραπρεσβεύω
παράπρισμα
παράπτομαι
View word page
παραπόλλυμι
παραπόλλυμι to destroy besides:—Mid., with perf. 2 παραπόλωλα, to perish besides, παραπολεῖ (2nd sg. fut.) Ar. to be ruined undeservedly, Dem.
ShortDef
to destroy besides
Debugging
Headword:
παραπόλλυμι
Headword (normalized):
παραπόλλυμι
Headword (normalized/stripped):
παραπολλυμι
IDX:
24783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24811
Key:
parapo/llumi
Data
{'content': 'παραπόλλυμι\n to destroy besides:—Mid., with perf. 2 παραπόλωλα, to perish besides, παραπολεῖ (2nd sg. fut.) Ar.\n to be ruined undeservedly, Dem.', 'key': 'parapo/llumi'}