Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παράλπιος
παραλυπέω
παράλυπρος
παράλυσις
παραλυτικός
παραλύω
παραμείβω
παραμελέω
παραμένω
παραμετρέω
παραμεύομαι
παραμήκης
παραμηρίδιος
παραμίγνυμι
παραμιμνήσκομαι
παραμίμνω
παραμόνιμος
παράμονος
παράμουσος
παραμπέχω
παραμυθέομαι
View word page
παραμεύομαι
παραμεύομαι Doric for παραμείβομαι παραμεύεσθαί τινος μορφάν to surpass, Pind.

ShortDef

to surpass

Debugging

Headword:
παραμεύομαι
Headword (normalized):
παραμεύομαι
Headword (normalized/stripped):
παραμευομαι
IDX:
24706
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24734
Key:
parameu/omai

Data

{'content': 'παραμεύομαι\n Doric for παραμείβομαι\n παραμεύεσθαί τινος μορφάν to surpass, Pind.', 'key': 'parameu/omai'}