παράλληλος
παράλληλος
παρ-άλληλος, ον,
beside one another, side by side, αἱ παράλληλοι (sc. γραμμαί) parallel lines, Arist.; π. (sub. κύκλος) a parallel of latitude, Strab.; οἱ βίοι οἱ π. the parallel lives of Plutarch, Plut.; ἐκ παραλλήλου parallelwise, Plut.
c. dat. parallel to, Polyb.