Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραλαμβάνω
παραλανθάνω
παραλέγω
παραλειπτέος
παραλείπω
παραλείφω
παραληπτέος
παραληπτός
παραληρέω
παράληψις
Παράλιον
παράλιος
παραλλαγή
παράλλαγμα
παράλλαξις
παραλλάσσω
παραλλάξ
παράλληλος
παραλογίζομαι
παραλογισμός
παραλογιστικός
View word page
Παράλιον
Παράλιον Παράλιον, ου, τό, a chapel of the hero Paralus, Dem.
ShortDef
a chapel of the hero Paralus
Debugging
Headword:
Παράλιον
Headword (normalized):
παράλιον
Headword (normalized/stripped):
παραλιον
IDX:
24683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24711
Key:
*para/lion
Data
{'content': 'Παράλιον\n Παράλιον, ου, τό,\n a chapel of the hero Paralus, Dem.', 'key': '*para/lion'}