Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παρακτάομαι
παράκτιος
παρακύπτω
παραλαμβάνω
παραλανθάνω
παραλέγω
παραλειπτέος
παραλείπω
παραλείφω
παραληπτέος
παραληπτός
παραληρέω
παράληψις
Παράλιον
παράλιος
παραλλαγή
παράλλαγμα
παράλλαξις
παραλλάσσω
παραλλάξ
παράλληλος
View word page
παραληπτός
παραληπτός παρα-ληπτός, ή, όν to be accepted, Plat.
ShortDef
to be accepted
Debugging
Headword:
παραληπτός
Headword (normalized):
παραληπτός
Headword (normalized/stripped):
παραληπτος
IDX:
24680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24708
Key:
paralhpto/s
Data
{'content': 'παραληπτός\n παρα-ληπτός, ή, όν\n to be accepted, Plat.', 'key': 'paralhpto/s'}