Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παρακλητικός
παράκλητος
παρακλιδόν
παρακλίντωρ
παρακλίνω
παρακλίτης
παρακλύω
παρακμάζω
παρακμή
παρακοή
παρακοινάομαι
παρακοιτέω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακολουθέω
παρακομιδή
παρακομίζω
παρακονάω
παρακοντίζω
παρακοπή
παράκοπος
View word page
παρακοινάομαι
παρακοινάομαι Mid. to communicate, τί τινι Pind.

ShortDef

to communicate

Debugging

Headword:
παρακοινάομαι
Headword (normalized):
παρακοινάομαι
Headword (normalized/stripped):
παρακοιναομαι
IDX:
24649
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24677
Key:
parakoina/omai

Data

{'content': 'παρακοινάομαι\n Mid. to communicate, τί τινι Pind.', 'key': 'parakoina/omai'}