Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παρακλητέος
παρακλητικός
παράκλητος
παρακλιδόν
παρακλίντωρ
παρακλίνω
παρακλίτης
παρακλύω
παρακμάζω
παρακμή
παρακοή
παρακοινάομαι
παρακοιτέω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακολουθέω
παρακομιδή
παρακομίζω
παρακονάω
παρακοντίζω
παρακοπή
View word page
παρακοή
παρακοή παρ-ᾰκοή, ἡ, unwillingness to hear, disobedience, NTest.

ShortDef

unwillingness to hear, disobedience

Debugging

Headword:
παρακοή
Headword (normalized):
παρακοή
Headword (normalized/stripped):
παρακοη
IDX:
24648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24676
Key:
parakoh/

Data

{'content': 'παρακοή\n παρ-ᾰκοή, ἡ,\n unwillingness to hear, disobedience, NTest.', 'key': 'parakoh/'}