Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παράκλησις
παρακλητέος
παρακλητικός
παράκλητος
παρακλιδόν
παρακλίντωρ
παρακλίνω
παρακλίτης
παρακλύω
παρακμάζω
παρακμή
παρακοή
παρακοινάομαι
παρακοιτέω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακολουθέω
παρακομιδή
παρακομίζω
παρακονάω
παρακοντίζω
View word page
παρακμή
παρακμή παρ-ακμή, ἡ, the point at which the prime is past, abatement, Plut.

ShortDef

the point at which the prime is past, abatement

Debugging

Headword:
παρακμή
Headword (normalized):
παρακμή
Headword (normalized/stripped):
παρακμη
IDX:
24647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24675
Key:
parakmh/

Data

{'content': 'παρακμή\n παρ-ακμή, ἡ,\n the point at which the prime is past, abatement, Plut.', 'key': 'parakmh/'}